Ευτυχία

Όλα τα απέκτησε στην ζωή του ο Γάιος Μάριος, ο Ρωμαίος στρατηγός και πολιτικός του 2ου αιώνα π.Χ –όλα όσα ορισμένως ονειρεύτηκε παιδί: και αξιώματα και δύναμη και πλούτη και κοινωνική αποδοχή. Από άσημη, φτωχή οικογένεια, με περιορισμένη παιδεία –δεν έμαθε ελληνικά– αλλά με σταθερή φιλοδοξία να κυριαρχήσει στην Ρώμη, κατάφερε με αγώνα και επιμονή να γίνει ό, τι κάθε φορά έβαζε σαν στόχο όποιες κι αν ήταν οι δυσκολίες που είχε να αντιμετωπίσει. Κι όταν γέρων πια αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Ρώμη για να γλυτώσει από τους πολιτικούς αντιπάλους του που είχαν επικρατήσει, και ενώ εκεί στην εξορία κινδύνευε να χάσει την ζωή του είτε λόγω των δυσμενών καιρικών συνθηκών είτε πέφτοντας στα χέρια εχθρών του, εκείνος δεν σκεφτόταν τίποτε άλλο παρά πώς να επιστρέψει στην πατρίδα του να γίνει ύπατος. Το ότι αυτός μόνος είχε ήδη διατελέσει έξη φορές ύπατος και ανακηρυχθεί τρίτος ιδρυτής της Ρώμης δεν του έφταναν να κορέσει την πλεονεξία του, στην οποία, καταπώς λέει ο Πλούταρχος, «ούτε καμιά θάλασσα ούτε κανένα βουνό ούτε η ακατοίκητη έρημος» μπορεί να βάλει τέρμα. Και πέτυχε να επιστρέψει στην Ρώμη και να γίνει για έβδομη φορά ύπατος, δίχως να σταματά να παραπονείται για την τύχη του σαν να μην είχε γευθεί όσα πέτυχε στην ζωή του.

Η ευτυχία δεν είναι το αποτέλεσμα των επιτυχιών μας, οι οποίες έρχονται και παρέρχονται –και το χειρότερο ακόμη, όποτε έρχεται η μια γεννά τον ασίγαστο πόθο για την επόμενη, η οποία, αν ευοδωθεί, είναι καταδικασμένη να περάσει κι αυτή. Η ευτυχία εξαρτάται από το πώς θα διαχειριστούμε οι ίδιοι την ζωή μας –όπως μας δίδαξε ο συνετός Επίκουρος, ο οποίος, αν και, γεννηθείς φιλάσθενος, πέρασε την ζωή του πάνω στον τροχό του πόνου, δεν έπαυε να λέει πως ήταν ευτυχισμένος. Ο Στωικός φιλόσοφος του 2ου αιώνα π.Χ. Αντίπατρος από την Ταρσό, αναλογιζόμενος πριν από τον θάνατό του όσα του έτυχαν στην ζωή δεν ξεχνούσε κι ένα ωραίο ταξίδι του στην Αθήνα. Και πέθανε ευτυχισμένος, που έζησε όπως φρόντισε να ζήσει.

Ενώ ο Μάριος; Αχ ο Μάριος, όταν  ανέλαβε για έβδομη φορά της υπατεία, κυριευμένος από την αγωνία ότι μπορούσε να την χάσει πάλι από τους αντιπάλους του και βλέποντας ότι, καθώς ήταν ήδη γέρος, δεν είχε το χρονικό περιθώριο να την ανακτήσει, ούτε, καταβεβλημένος από τόσους και τόσους κόπους στο ανελέητο κυνήγι του της επιτυχίας, να παλέψει γι΄ αυτήν, έβλεπε εφιάλτες την νύχτα και κάποιον να του λέει επίμονα μέσα στο σκοτάδι «είναι φοβερές οι φωλιές του λιονταριού κι όταν ακόμα λείπει το λιοντάρι». Κι επειδή φοβόταν περισσότερο από όλα τις αϋπνίες το ’ριξε στο πότο, έπαθε και πλευρίτιδα, κι έμεινε εφτά μέρες συνεχώς στο κρεβάτι ώσπου πέθανε μέσα σε κρίσεις παραφροσύνης. Η τελευταία του επιτυχία, η έβδομη υπατεία, κράτησε δεκαεπτά ημέρες όλες κι όλες!