Να θέλεις να μην είσαι αυτός που είσαι και παρόλα αυτά να είσαι αυτό που είσαι· να θέλεις να είσαι εκείνο που δεν είσαι και παρόλα αυτά να είσαι αυτό που είσαι. Έτσι ορίζει την απελπισία ο Δανός φιλόσοφος του 19ου αιώνα Κίρκεγκωρ, ο πατέρας του υπαρξισμού, της αντίληψης ότι εκείνο που προέχει δεν είναι να μάθω τι εστί άνθρωπος, σε τι συνίσταται η ουσία του ανθρώπου, ποια είναι τα χαρακτηριστικά που ξεχωρίζουν το είδος των ανθρώπων από τα άλλα είδη έμβιων όντων, αλλά να καταλάβω ποιος είμαι εγώ, η συγκεκριμένη ύπαρξη του εαυτού μου, με τις ιδιαιτερότητες ̶ κληρονομικές και επίκτητες ̶ που κουβαλάω στην ζωή μου και γιατί αξίζει ̶ αν αξίζει ̶ να ζω.
Η απελπισία είναι το βίωμα που γεννιέται από την αδυναμία μας να ξεφύγομε από τον εαυτό μας. Νιώθω την απελπισία να με αγγίζει, όταν, ενώ θα ήθελα να ήμουν άλλος από αυτόν που είμαι ̶ ψηλός και γοητευτικός, ας πούμε ̶ εξακολουθώ παρόλα αυτά να είμαι αυτός που είμαι, ή ενώ θα ήθελα να μην είμαι αυτός που είμαι ̶ κοντός και μίσερος, παραδείγματος χάριν ̶ εντούτοις είμαι αυτός που είμαι. Το να αρνείσαι, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, τον εαυτό σου, χωρίς να μπορείς να απαγκιστρωθείς από τον εαυτό σου, ιδού η απελπισία!
Η σκέψη ότι έχεις μπροστά σου μια μακρά ζωή είναι, όσο βιώνεις το αδιέξοδο του εαυτού σου, αδιέξοδη, απατηλή παρηγοριά. Η απελπισία δεν έχει να κάνει με την πορεία σου στην ζωή, όπου, πράγματι, βρίσκοντας τον τρόπο να διαχειριστείς αποτελεσματικά τόσο τις αποτυχίες σου όσο και τις επιτυχίες σου, μπορείς να ελπίζεις στην καλή εξέλιξη των πραγμάτων. Η απελπισία είναι ασθένεια, που η αντιμετώπισή της δεν εξαρτάται από το τι καιρό κάνει εκεί έξω, στην ζωή ̶ είναι ο εαυτός σου καθεαυτόν νοσών.